Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
καταστύφω
καταστωμύλλομαι
κατασυϐωτέω-ῶ
κατα·στωμύλλομαι,
bavarder,
d’où
part. pf.
κατεστωμυλμένος,
Ar.
Ran.
1160 ;
Numén.
(
Eus.
P.E.
p. 730
a
) bavard.