Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κατεπίκειμαι
κατεπίκλησις
κατεπικλύζω
κατ·επίκλησις,
εως
(
ἡ
) accusation,
Orig.
c. Cels.
4, p. 527
.
Étym.
κ. ἐπίκλησις
.