Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κατόμνυμι
κατομφάλιος
κατονειδίζω
κατ·ομφάλιος,
ος, ον
[
ᾰ
] proche du nombril,
Nic.
Th.
290
.
Étym.
κ. ὀμφαλός
.