Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κελαινόϐρωτος
κελαινόρις
κελαινόρρινος
*κελαινό·ρις
(
ὁ, ἡ
)
pour
*κελαινόρρις,
seul.
pl.
κελαινόρινες
[
ῑ
]
c. le suiv.
Soph.
fr. 27
.