Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κελευθήτης
κελευθοποιός
κελευθοπόρος
κελευθο·ποιός,
ός, όν,
qui prépare la voie,
Eschl.
Eum.
13
.
Étym.
κέλευθος, ποιέω
.