Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κράνειος
κρανία
κρανιάς
κρανία,
ας
(
ἡ
) [
ᾰν
]
c.
κράνεια,
Hpc.
Mochl.
v. 3, p. 306 ;
Gal.
12, 921,
etc.