Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
λαϐράκιον
λαϐράκτης
Λάϐρανδα
λαϐράκτης,
ου
(
ὁ
)
[
Ῠ
]
c.
λαϐραγόρης
,
Pratin.
(
Ath.
624
f
).