Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
λειτουργία
λειτουργικός
λειτουργός
λειτουργικός,
ή, όν,
propre au service du culte,
Spt.
Ex.
31, 10 ;
Num.
7, 5 ;
NT.
Hebr.
1, 14
.
Étym.
λειτουργία
.