Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Λέπτις
λεπτῖτις
λεπτόϐλαστος
λεπτῖτις,
ίτιδος
[
ῑτῐδ
]
adj. f.
λ. κριθή
,
Geop.
3, 3, 12,
orge très légère.
Étym.
λεπτός
.