Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ὁλόξηρος
ὀλοοίτροχος
ὀλοός
ὀλοοί·τροχος,
ος, ον,
épq. et ion.
c.
ὁλοίτροχος,
Il.
13, 137 ;
Oracl.
(
Hdt.
5, 92, 2
).