ὀψίϐλαστος

ὀψιγαμίου γραφή

ὀψίγαμος
ὀψι·γαμίου γραφή ou δίκη () [ῐᾰ] action judiciaire pour mariage contracté après l’âge légal, Ariston (Stob. Fl. 67, 16) ; Plut. Lys. fin.
Étym. ὀψέ, γαμέω.