Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
παραχειμάζω
παραχειμασία
παραχειμαστικός
παραχειμασία,
ας
(
ἡ
) [
μᾰ
] quartiers d’hiver,
Pol.
3, 35, 1 ;
DS.
14, 38,
etc.
Étym.
παραχειμάζω
.