Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
παρατιλτέον
παρατίλτρια
παρατιμάω-ῶ
παρατίλτρια,
ας
(
ἡ
) femme qui épile,
Crat.
(
Com. fr.
2, 163
)
Philstr.
167
.
Étym.
παρατίλλω
.