Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
περισσολόγος
περισσόλοφος
περισσομελής
περισσό·λοφος,
ος, ον,
à l’aigrette touffue,
Opp.
C.
3, 369
.
Étym.
π. λόφος
.