Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
περισσωματικός
περισσωματικῶς
περισσωνυμέω-ῶ
*περισσωματικῶς,
att.
περιττωματικῶς
[
ᾰ
]
adv.
sous forme d’excrément,
Nyss.