Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
φιλόδοξος
φιλόδουλος
φιλόδουπος
φιλό·δουλος,
ος, ον
[
ῐ
] qui aime les esclaves,
Jos.
B.J.
4, 3, 10
.
Étym.
φ. δοῦλος
.