Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πονηρός
πονηρόφθαλμος
πονηρόφιλος
πονηρ·όφθαλμος,
ος, ον,
qui regarde de mauvais œil, jaloux,
Symm.
Prov.
23, 6
.
Étym.
πονηρός, ὀφθαλμός
.