Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
προηχέω-ῶ
προθαλής
προθεάομαι-εῶμαι
προ·θαλής,
ής, ές
[
ᾰ
] qui croît vite,
Hh.
Cer.
242
.
Étym.
π. θάλλω
.