Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πυριάτης
πυριατός
πυριάω-ῶ
πυριατός,
ή, όν
[
ῠᾱ
] chauffé ;
τὸ πυριατόν,
Spt.
,
c.
πυριάτη
.
Étym.
vb. de
πυριάω
.