Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
σαρκοϐρώς
σαρκογενής
σαρκογονία
σαρκο·γενής,
ής, ές,
né de la chair,
Naz.
3, 462 Migne
.
Étym.
σάρξ, γίγνομαι
.