Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
σκληρός
σκληρόσαρκος
σκληρόστομος
σκληρό·σαρκος,
ος, ον,
dont la chair est dure,
Arstt.
H.A.
1, 1, 7
.
Étym.
σκληρός, σάρξ
.