Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
σπινός
σπινώδης
σπλαγχνεύω
σπινώδης,
ης, ες
[
ῐ
]
c. le préc.
Ptol.
Tetr.
3, p. 143, 6 ;
145, 15
.
Étym.
σπινός, -ωδης
.