Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
συμπαρατηρέω-ῶ
συμπαρατήρησις
συμπαρατίθημι
συμπαρατήρησις,
εως,
(
ἡ
)
observation simultanée,
Gal.
2, 300 ;
Sext.
M.
8, 154
.
Étym.
συμπαρατηρέω
.