συνθερμαντικός

συνθεσία

σύνθεσις
συνθεσία, ion. συνθεσίη, ης () []
1 convention, pacte, Il. 2, 339, au pl. ; cf. A. Rh. 1, 340 ; 4, 378, 1042 ; au sg. A. Rh. 4, 340 ; Posidipp. (Ath. 412e) ||
2 instructions, ordres, Il. 5, 319 au pl.
Étym. συντίθημι.