Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ταλασιουργέω-ῶ
ταλασιουργία
ταλασιουργικός
ταλασιουργία,
ας
(
ἡ
) [
ᾰλᾰ
]
c.
ταλασία,
Plat.
Pol.
282
c
,
283
a
,
etc.
Étym.
ταλασιουργός
.