Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
τέλειος
τελειότης
τελειοτοκέω-ῶ
τελειότης,
ητος
(
ἡ
) accomplissement, achèvement,
Plat.
Def.
412
b
;
Arstt.
Phys.
3, 6, 13 ;
8, 7, 15
.
Étym.
τέλειος
.