Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
θεσμοθετεῖον
θεσμοθετέω-ῶ
θεσμοθέτης
θεσμοθετέω-ῶ,
être thesmothète,
Is.
67, 2 ;
Dém.
1367, 6
.
Étym.
θεσμοθέτης
.