Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
τρισσῶς
τριστάδιος
τρίσταθμος
τρι·στάδιος,
ος, ον
[
ᾰ
] de trois stades,
Plat.
Criti.
115
e
;
DH.
1, 34
.
Étym.
τρεῖς, στάδιον
.