Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
τροχάλειον
τροχαλία
τροχαλίζομαι
τροχαλία,
ας
(
ἡ
) [
χᾰ
]
c.
τροχιλία,
Arstt.
Mech.
18
.
Étym.
cf.
τροχιλία
.