Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἰσόδενδρος
Ἰσόδημος
ἰσοδίαιτος
Ἰσό·δημος,
ου
(
ὁ
)
Isodèmos,
h.
Lys.
(
Harp.
v
o
αὐθέντης
),
etc.
Étym.
ἴ. δῆμος
.