Κλεόστρατος

Κλεότιμος

Κλεοφάνης
Κλεό·τιμος, ου () [] Kléotimos, h. Dém. 324, 11 ; Arstt. Pol. 5, 6.
Étym. κλ. τιμή, cf. Τιμοκλῆς.