Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Λαφάνης
Λάφιλος
Λαφρία
Λά·φιλος,
ου
(
ὁ
)
[
ᾱ
] Laphilos,
h.
Thc.
5, 24
et
19
.
Étym.
λαός, φίλος
;
dor.
c.
Λεώφιλος
;
cf.
Φιλόλαος
.