Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πανταγάθιον
Παντάγαθος
Παντάγνωτος
Παντ·άγαθος,
ου
(
ὁ
) [
ᾰγᾰ
] Pantagathos,
h.
Anth.
11, 340
.
Étym.
π. ἀγαθός
.