φυλλίς

Φυλλίς

φυλλίτης
Φυλλίς, ίδος () :
1 la Phyllide, contrée de Thrace, Hdt. 7, 113 ||
2 Phyllis, f. Anth. 5, 265 ; Luc. Salt. 40, etc.
Étym. φύλλον.