Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀδιασπάστως
ἀδιαστασία
ἀδιάστατος
ἀδιαστασία,
ας
(
ἡ
) [
τᾰ
] continuité,
Jambl.
Nicom. ar.
84
.
Étym.
ἀδιάστατος
.