Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Αἰσυήτης
αἰσυλοεργός
αἴσυλος
αἰσυλο·εργός,
ός, όν
[
ῠ
] scélérat,
Il.
5, 403
.
Étym.
αἴσ. ἔργον
.