Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀλιτηριώδης
ἀλιτηρός
ἀλίτης
ἀλιτηρός,
ά, όν
[
ᾰῐ
]
c.
ἀλιτήριος,
Alcm.
(
Sch.-Pd.
O.
1, 97
) ||
E
[
ᾰῑ
]
Soph.
O.C.
327
.