Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀλλοτριολογέω-ῶ
ἀλλοτριομορφοδίαιτος
ἀλλοτριονομέω-ῶ
ἀλλοτριο·μορφο·δίαιτος,
ος, ον,
qui se renouvelle par des changements de forme (la nature)
Orph.
H.
9, 83
.
Étym.
ἀ. μορφή, δίαιτα
.