Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀνδριαντοειδής
ἀνδριαντοπλαστική
ἀνδριαντοποιέω-ῶ
ἀνδριαντο·πλαστική,
ῆς
(
ἡ
)
s. e.
τέχνη,
l’art de modeler des statues,
Sext.
M.
11, 188
.
Étym.
ἀ. πλάσσω
.