Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀργυρολόγος
ἀργυρομιγής
ἀργυρόπαστος
ἀργυρο·μιγής,
ής, ές
[
ῠῐ
] mêlé d’argent,
Str.
147
.
Étym.
ἄ. μίγνυμι
.