Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Ἀριστόδωρος
ἀριστόκαρπος
Ἀριστοκλέης
ἀριστό·καρπος,
ος, ον,
qui produit d’excellents fruits, fertile,
Bacchyl.
3, 1
.
Étym.
ἄ. καρπός
.