Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀτολμέω-ῶ
ἀτόλμηρος
ἀτόλμητος
ἀ·τόλμηρος,
ος, ον
(
seul. cp.
-ότερος
)
c.
ἄτολμος,
Gal.
8, 830
.