Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
βραχυπότης
βραχυπότος
βραχυπροπαραληκτέω-ῶ
βραχυ·πότος,
ος, ον
[
ᾰῠ
] qui boit peu,
Gal.
9, 297
.
Étym.
cf. le préc.