Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Χαιρέδημος
χαιρεκακέω-ῶ
χαιρεκακία
χαιρε·κακέω-ῶ
[
ᾰ
] aimer le mal,
Phil.
3, 44
.
Étym.
χ. κακός
.