Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
χρηματιστικός
χρηματοδαίτης
χρηματοποιός
χρηματο·δαίτης,
ου
(
ὁ
) [
ᾰ
] celui qui répartit les biens,
Eschl.
Sept.
730
.
Étym.
χρῆμα, δαίομαι
.