διαταγή

διάταγμα

διατακτέον
διάταγμα, ατος (τὸ) c. le préc. DS. 18, 64 ; Plut. Marc. 24 ; Spt. 2 Esdr. 7, 11 ; Sap. 11, 8 ; NT. Hebr. 11, 23.