διπλασιεπιτετράπεμπτος

διπλασιεπιτριμερής

διπλασιεπίτριτος
διπλασι·επι·τριμερής, ής, ές, plus grand de 2 ¾, Nicom. Arithm. 104, 21 ; Jambl. 71a, 72b.