Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Δολιόνιος
δολιοπλόκος
δολιόπους
δολιο·πλόκος,
ος, ον,
c.
δολοπλόκος,
Sib.
12, 48 Mai
.
Étym.
δόλιος, πλέκω
.