ἐπίτρησις

ἐπιτριακοστένατος λόγος

ἐπιτριακοστόγδοος λόγος
ἐπι·τριακοστ·ένατος λόγος () [ᾱᾰ] proportion de ⁴⁰⁄₃₉, Ptol. Harm. 2, 14, p. 168 Wal.