Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
εὔτυκτος
εὔτυπος
εὐτύπωτος
εὔ·τυπος,
ος, ον
[
ῠ
]
c. le suiv.
Plut.
M.
660
c
.
Étym.
εὖ, τύπος
.